- Κάρυστος
- I
Παράλια κωμόπολη (υψόμ. 20 μ., 4.960 κάτ.) στην πρώην επαρχία Καρυστίας του νομού Ευβοίας. Βρίσκεται στο νότιο άκρο του νομού, 128 χλμ. ΝΑ της Χαλκίδας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Καρύστου.Η Κ. χτίστηκε στα μέσα του 19ου αι. με βάση τα σχέδια του Βαυαρού πολεοδόμου Μπίρμπαχ και η κωμόπολη απέκτησε άριστο ρυμοτομικό σχέδιο. Στα αξιοθέατά της συγκαταλέγεται το κάστρο, γνωστό ως Καστέλο Ρόσο, που χτίστηκε από τους Λομβαρδούς μετά τη φραγκική κατάκτηση του νησιού. Κοντά στην Κ., στα Καλύβια, βρίσκεται ο ναός των Ταξιαρχών, που έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο μνημείο. Με τον ίδιο χαρακτηρισμό διατηρείται και χώρος στη θέση Παλαιόχωρα, με έκταση περίπου 30 στρεμμάτων.Ιστορία. Η Κ. οφείλει την ονομασία της στον μυθολογικό ήρωα Κάρυστο, γιο του Χείρωνα, γι’ αυτό στην αρχαιότητα ονομαζόταν Χειρωνία και Αιγαία. Η ακρόπολή της αποκαλείτο Αχαιία και ήταν ένα από τα σημαντικότερα δημιουργήματα. Στα ερείπια της πόλης βρέθηκαν επιγραφές και αρχιτεκτονικές κατασκευές, οι οποίες βεβαιώνουν την ύπαρξη ναών της Περσεφόνης, του Ηρακλή κ.ά. Η Κ. κατοικήθηκε αρχικά από τους Δρύοπες, που διέμεναν στην περιοχή μεταξύ της Οίτης και του Παρνασσού. Αργότερα ήρθαν στην περιοχή οι Άβαντες, οι οποίοι συμμετείχαν στον Τρωικό πόλεμο (Ιλιάδα, Β 539). Επιπλέον η πόλη από νωρίς έκοψε δικά της νομίσματα, μεταξύ των οποίων και χρυσά –τα μόνα που προέρχονται από την Εύβοια–, ωστόσο αυτά που σώζονται δεν είναι παλαιότερα από το 480 π.Χ. Το 490 π.Χ. κυριεύθηκε από τους Πέρσες, έπειτα από αντίσταση των κατοίκων της. Όμως το 480 οι κάτοικοι βοήθησαν τον Ξέρξη και τιμωρήθηκαν από τον Θεμιστοκλή μετά το τέλος του πολέμου. Οι Αθηναίοι τους ανάγκασαν να προσχωρήσουν στη συμμαχία της Δήλου, έστειλαν μάλιστα και Αθηναίους κληρούχους να καταλάβουν την πιο εύφορη περιοχή που βρισκόταν στην κατοχή της πόλης. Μετά τη μάχη της Χαιρώνειας (338 π.Χ.), η Κ. υποτάχθηκε στον Φίλιππο μέχρι τον Β’ Μακεδονικό πόλεμο. Κατά τη βυζαντινή περίοδο η Κ. ήταν πρωτεύουσα ομώνυμης επισκοπής, η οποία υπαγόταν στη μητρόπολη των Αθηνών. Σημαντικές πληροφορίες για την Κ. στα τέλη του 12ου και στις αρχές του 13ου αι. αντλούνται από τα απομνημονεύματα του μητροπολίτη Αθηνών, Μιχαήλ Ακομινάτου του Χωνιάτη. Την περίοδο αυτή, πλοία των Καρυστίων ασχολούνταν με την αλιεία της πορφύρας στα παράλια της Γυάρου. Το 1204, μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους, η Κ. περιήλθε στην κατοχή των Βενετών. Στα μέσα του 13ου αι. το φρούριο της Κ. θεωρείτο ένα από τα οχυρότερα της φραγκοκρατούμενης Ελλάδας και ονομαζόταν από τους Φράγκους Castello Rosso (κόκκινο κάστρο). Τότε εμφανίστηκε ο περίφημος καταδρομέας Λικαίριος, ο οποίος είχε γεννηθεί στην Κ. και εκείνη την εποχή διατελούσε στην υπηρεσία του Μιχαήλ Παλαιολόγου. Πολιόρκησε στενά από ξηρά και από θάλασσα την ιδιαίτερη πατρίδα του και κατόρθωσε να την καταλάβει. Ο Λικαίριος αναδείχθηκε φεουδάρχης, όχι μόνο της Κ. αλλά και ολόκληρης της Εύβοιας. Από το 1406, με την κατοχή των Ενετών η πόλη ερημώθηκε, καθώς πολλοί κάτοικοί της μετανάστευσαν στην Αττική. Η Ενετική πολιτεία επιχείρησε να εγκαταστήσει αποίκους από την Τένεδο στην Κ., αλλά απέτυχε. Το 1470 κατελήφθη από τους Τούρκους. Παροιμιώδης ήταν η σκληρότητα των Τούρκων στους κατοίκους της πόλης, η οποία διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο στη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης. Για τους νεότερους χρόνους, βλ. λ. Εύβοια.
Χαρακτηριστική εκκλησία στην Κάρυστο της Εύβοιας.
IIΗ Κάρυστος, κωμόπολη της Εύβοιας, στο νότιο άκρο του νησιού.
Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν γιος του Χείρωνα και της Χαρικλούς. Υπήρξε επώνυμος ήρωας της Καρύστου, μολονότι η πόλη ονομαζόταν Χειρωνία από τον πατέρα του. Στον Όμηρο, η Κάρυστος είναι γνωστή με τη σημερινή της ονομασία, ενώ οι κάτοικοί της στην ομηρική εποχή ήταν οι Άβαντες.
Dictionary of Greek. 2013.